Και είδα άλλο σημείο στον ουρανό, μεγάλο και
θαυμαστό. Επτά αγγέλους να έχουν επτά
πληγές, τις έσχατες, γιατί με αυτές συντελέσθηκε
ο θυμός του Θεού.
15-2 Και είδα κάτι σαν θάλασσα γυάλινη
ανακατεμένη με φωτιά, και εκείνους που νικούν
από τον αγώνα με το θηρίο (Αντίχριστο), και την
εικόνα του και τον αριθμό του ονόματός του, να
έχουν σταθεί πάνω στη θάλασσα τη γυάλινη,
έχοντας τις κιθάρες του Θεού.
15-3 Και ψάλλουν την ωδή του Μωυσή, του
δούλου του Θεού, και την ωδή του Αρνίου
λέγοντας. Μεγάλα και θαυμαστά τα έργα σου,
Κύριε Θεέ, ο Παντοκράτορας. ∆ίκαιοι και
αληθινοί οι δρόμοι σου, βασιλιά των εθνών. 15-4 Ποιος δε θα φοβηθεί, Κύριε, και δε θα
δοξάσει το όνομά σου; Επειδή είσαι ο μόνος
όσιος· επειδή όλα τα έθνη θα έρθουν και θα
προσκυνήσουν μπροστά σου, επειδή τα δίκαιά
σου φανερώθηκαν.
15-5 Και μετά από αυτά είδα, και ανοίχτηκε ο
ναός της σκηνής του μαρτυρίου στον ουρανό
15-6 και βγήκαν από το ναό οι επτά άγγελοι που
έχουν τις επτά πληγές, ντυμένοι με καθαρό λινό
λαμπρό και περιζωσμένοι γύρω από τα στήθη με
ζώνες χρυσές.
15-7 Και ένα από τα τέσσερα γεμάτα ζωή όντα
έδωσε στους επτά αγγέλους επτά φιάλες
(μπουκάλες) χρυσές, γεμάτες από το θυμό του
Θεού που ζει στους αιώνες των αιώνων.
15-8 Και γέμισε ο ναός καπνό από τη δόξα του
Θεού και από τη δύναμή του,
15-9 και κανείς δεν μπορούσε να μπει στο ναό,
μέχρι να συντελεσθούν οι επτά πληγές των επτά
αγγέλων.
Και άκουσα μεγάλη φωνή από το ναό να λέει
στους επτά αγγέλους. Πηγαίνετε και ξεχύνετε τις
επτά φιάλες, του θυμού του Θεού στη γη.
16-2 Και έφυγε ο πρώτος και έχυσε τη φιάλη του
στη γη. Και έγινε έλκος κακό και οδυνηρό επάνω
στους ανθρώπους που έχουν το χάραγμα του
θηρίου και που προσκυνούν την εικόνα του.
16-3 Και ο δεύτερος έχυσε τη φιάλη του στη
θάλασσα. Και έγινε αίμα σαν νεκρού, και κάθε
ζωντανή ψυχή πέθανε, όσα είναι μέσα στη
θάλασσα.
16-4 Και ο τρίτος έχυσε τη φιάλη του στους
ποταμούς και στις πηγές των νερών. Και έγινε
αίμα (δηλ. νεκρώθηκε κάθε ζωή μέσα σ’ αυτά,
και έγιναν άχρηστα και επικίνδυνα).
16-5 Και άκουσα τον άγγελο των νερών να λέει.
∆ίκαιος είσαι, ο μόνος κυριολεκτικά Υπάρχων,
εσύ που και πάντοτε υπήρχες, ο όσιος, γιατί
έκανες γι’ αυτά (τα νερά) αυτή τη κρίση.
16-6 γιατί αίμα αγίων και προφητών έχυσαν, και
αίμα τους έδωσες να πιουν· είναι άξιοι.
16-7 Και άκουσα από το θυσιαστήριο να λέγεται.
Ναι, Κύριε, ο Θεός Παντοκράτορας· αληθινές και
δίκαιες οι κρίσεις σου. 16-8 Και ο τέταρτος έχυσε τη φιάλη του πάνω
στον ήλιο. Και του δόθηκε με φωτιά να
προκαλέσει καύμα στους ανθρώπους.
16-9 Και καυματίσθηκαν οι άνθρωποι με μεγάλο
καύμα και βλαστήμησαν το όνομα του Θεού που
έχει την εξουσία πάνω στις πληγές αυτές, και δεν
μετανόησαν, να τον δοξάσουν.
16-10 Και ο πέμπτος (άγγελος) έχυσε τη φιάλη
του πάνω στο θρόνο του θηρίου (Αντιχρίστου).
Και έγινε η βασιλεία του σκοτωμένη, και
μασούσαν τις γλώσσες τους από τον πόνο,
16-11 Και βλαστήμησαν το Θεό του ουρανού
από τους πόνους τους και από τα έλκη τους, και
δεν μετάνοιωσαν από τα έργα τους.
16-12 Και ο έκτος (άγγελος) έχυσε τη φιάλη του
πάνω στον ποταμό το μεγάλο, τον Ευφράτη. Και
ξεράθηκε το νερό του, για να ετοιμαστεί η οδός
των βασιλιάδων που προέρχονται από την
ανατολή του ήλιου (τα ανατολικά μέρη της Γης,
πχ Ινδία, Κίνα κλπ).
16-13 Και είδα να βγαίνουν από το στόμα του
δράκοντα (Σατανά) και από το στόμα του θηρίου
(Αντιχρίστου) και από το στόμα του
ψευδοπροφήτη τρία πνεύματα ακάθαρτα σαν
βάτραχοι.
16-14 Είναι δηλαδή πνεύματα δαιμονίων που
κάνουν (ψευτο) θαύματα, που στέλνονται στους
βασιλιάδες της οικουμένης όλης, για να τους
συνάξουν στον πόλεμο της ημέρας εκείνης της
μεγάλης (της 2ας Παρουσίας) του Θεού του
Παντοκράτορα.
16-15 Ιδού, έρχομαι (σχεδόν απαρατήρητα και
απροειδοποίητα) σαν κλέφτης. Μακάριος είναι
αυτός που βρίσκεται διαρκώς σε ετοιμότητα και
διατηρεί τα ρούχα του, για να μην περπατά
γυμνός και βλέπουν την ασχήμια του.
16-16 Και τους σύναξε στον τόπο που καλείται
εβραϊκά Αρμαγεδών.
16-17 Και ο έβδομος (άγγελος) έχυσε τη φιάλη
του στον αέρα. και βγήκε φωνή μεγάλη από το
ναό τον ουράνιο, από το θρόνο, και έλεγε: Έγινε.
16-18 Και τότε έγιναν αστραπές και φωνές και
βροντές, και σεισμός έγινε μεγάλος, τέτοιος που
δεν έγινε αφότου οι άνθρωποι κατοίκησαν πάνω
στη γη, σεισμός σαν κι αυτόν, τόσο πολύ
μεγάλος.
16-19 Και η πόλη η μεγάλη έγινε τρία κομμάτια,
και οι πόλεις των εθνών έπεσαν. Και η
Βαβυλώνα η μεγάλη ήρθε στη θύμιση του Θεού,
για να της δώσει το ποτήρι με το κρασί του
θυμού της οργής του. 16-20 Και κάθε νήσος έφυγε, και όρη δεν
βρέθηκαν.
16-21 Και χαλάζι μεγάλο βάρους κόκκου
περίπου ενός ταλάντου (40 κιλών) κατεβαίνει
από τον ουρανό πάνω στους ανθρώπους. Και
βλαστήμησαν οι άνθρωποι το Θεό εξαιτίας της
πληγής του χαλαζιού, γιατί πάρα πολύ μεγάλη
είναι η πληγή αυτή.